Το νέο οικονομικό σχέδιο με βάση το οποίο θα πορευτεί η χώρα τα τρία επόμενα χρόνια δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Το πρόγραμμα είναι βαρύ, έντονα συσταλτικό και θα εφαρμοστεί πάνω σε μια οικονομία που τα επίπεδα της αντοχής της έχουν πλέον εξαντληθεί από τα «πειράματα» των έξι προηγούμενων ετών. Η μοίρα της Ελλάδας χειροτέρευσε εφαρμόζοντας δύο «ελαφρύτερες» συμφωνίες. Πώς είναι δυνατόν σήμερα οικονομολόγοι να πιστεύουν πως η «ίδια συνταγή σε μεγαλύτερη δόση» θα έχει διαφορετικό αποτέλεσμα;
Είναι πλέον ξεκάθαρο πως όσοι μιλούσαν για «ήττα» του κ. Σόιμπλε στο σχέδιό του να «πετάξει» την Ελλάδα εκτός του Ευρώ στην προηγούμενη σύνοδο κορυφής, μάλλον βιάστηκαν να πανηγυρίσουν. Και το σχέδιο και ο εμπνευστής του είναι… καλύτερα από ποτέ.
Αυτοί που παρατηρούν προσεκτικά τα διεθνή τεκταινόμενα ξέρουν καλά πως η πολιτική επιρροή δεν επιτυγχάνεται με «πυροτεχνήματα». Όσο οι Ευρωπαίοι ηγέτες του Νότου θεωρούσαν τον κ. Σόιμπλε «ηττημένο», εκείνος προχωρούσε στο σχεδιασμό του ήρεμα, μεθοδικά και χωρίς θεαματικές κινήσεις. Πριν καλά-καλά βγει ο μήνας, οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν να δικαιώνουν την τακτική του.
Το «Σχέδιο – Σόιμπλε», που προβλέπει την απαλλαγή της Ευρωζώνης από τα λεγόμενα οικονομικά της «βαρίδια», έχει πλέον κυριαρχήσει ολοκληρωτικά στον πυρήνα της Ένωσης. Αυτό αντικατοπτρίζεται καταφανέστατα και στο νέο Μνημόνιο που επιβλήθηκε από τους Θεσμούς, το οποίο μοιάζει να έχει σχεδιαστεί με τρόπο που η πιστή τήρησή του από πλευράς της Ελλάδας είναι ίσως ο σιγουρότερος δρόμος για τη χώρα εκτός της Ευρωζώνης.
Για όσους βλέπουν τα πράγματα από την σκοπιά της οικονομικής προοπτικής αποτελεί εύλογη απορία το πως η ελληνική οικονομία θα έχει τη δυνατότητα να παραμείνει στο Ευρώ μετά από την εφαρμογή ενός τέτοιου ακανόνιστου συνονθυλεύματος μέτρων λιτότητας, στο οποίο δεν είναι πουθενά ορατός ο παραμικρός ουσιαστικός σχεδιασμός για την έξοδο από την κρίση.
Μελετώντας το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε χθες προς ψήφιση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, γίνεται ξεκάθαρο πως για τον πυρήνα της Ένωσης η επιτυχία αυτού του προγράμματος μικρή σημασία έχει. Κύριος στόχος του κ. Σόιμπλε και των συν αυτώ είναι το κέρδος χρόνου για την περαιτέρω προφύλαξη του κοινού νομίσματος από τον «ηθικό κίνδυνο» του «όχι πλέον και τόσο… απευχόμενου γι αυτούς» Grexit.
Οι Θεσμοί θα αφιερώσουν τον χρόνο που «αγόρασαν» με αυτά τα 85 δις που θα εκταμιεύσουν προς την Ελλάδα, στο να θωρακίσουν τα ομόλογα των προβληματικών χωρών που είναι προγραμματισμένο να παραμείνουν στην Ευρωζώνη βάσει του Σχεδίου-Σόιμπλε. Σε αυτή τη λογική, δεν θα με εξέπληττε σύντομα να δούμε την αναβίωση ιδεών που έχουν απορριφθεί στο παρελθόν, όπως αυτή των κοινοτικών εγγυήσεων σε χρέος επίφοβων κρατών ή ακόμη και την ξεχασμένη σκέψη της ανταλλαγής χρέους συγκεκριμένων χωρών με ευρωομόλογα.
Στο πλαίσιο της ραγδαίας αλλαγής της στρατηγικής των εταίρων και με βάση τα κύρια σημεία του νέου Μνημονίου, είναι ξεκάθαρο πως τα περιθώρια που έχει η ελληνική οικονομία να βγει «όρθια» από αυτή τη συμφωνία είναι ελάχιστα. Ο «κύβος έχει πλέον ριφθεί» και η μοναδική ελπίδα που έχει τώρα η χώρα να μείνει στο ευρώ είναι η τελική μάχη που θα δοθεί σύντομα για την απομείωση του χρέους.
Το ότι θα υπάρξει κάποια αναδιάρθρωση το φθινόπωρο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Αυτό που θα κρίνει όμως το Ελληνικό ζήτημα είναι πόσο ευρεία θα είναι η απομείωση της παρούσας αξίας του χρέους.
Ακόμη και οι ίδιοι οι δανειστές παραδέχονται πως με τα σημερινά δεδομένα, το χρέος δεν είναι επ’ ουδενί βιώσιμο. Το θέμα της βιωσιμότητας ήρθε στην επιφάνεια μόλις πρόσφατα, μετά από πρωτοβουλία του ΔΝΤ και προσωπικά της κας Λαγκάρντ, όταν οι υπόλοιποι Θεσμοί προσπαθούσαν να το κρύψουν όπως-όπως «κάτω από το χαλί» για να μην επηρεάσει θετικά προς την Ελλάδα τη διαπραγμάτευση.
Το ΔΝΤ, στην έκθεσή του, προσδιορίζει σαφώς πως «το ελληνικό χρέος κατέστη μη-βιώσιμο κάπου μέσα στο 2014». Αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί αφήνει περιθώρια πολλών ερμηνειών για τις προθέσεις του Ταμείου. Για παράδειγμα, θα ήταν απολύτως συμβατό με την λογική του ΔΝΤ, οι Θεσμοί να προσφέρουν στην Ελλάδα μια αναδιάρθρωση που απλώς θα φέρει το χρέος στο επίπεδο του 2013, όποτε και η τελευταία έκθεση το χαρακτήριζε «οριακά βιώσιμο». Αυτό θα ήταν μακράν το χειρότερο σενάριο για την ελληνική πλευρά.
Για να μπορέσει η Ελλάδα να ανταπεξέλθει στις οφειλές της με την ελπίδα να βγει κάποτε από την κρίση, η παρούσα αξία του χρέους θα πρέπει να απομειωθεί τουλάχιστον στο 120% του ΑΕΠ. Η μόνη περίπτωση για τη Γερμανία να αποδεχτεί μια τέτοια αναδιάρθρωση είναι αν το ΔΝΤ πείσει τους πάντες πως αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να παραμείνει ενεργό μέλος της «διάσωσης» και μετά το Μάρτιο, οπότε και λήγει το τρέχον πρόγραμμα του Ταμείου.
Η παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα ως χρηματοδότη έχει μεγάλη σημασία για την κα Μέρκελ. Η ίδια νιώθει πως τα πολιτικά της περιθώρια είναι ιδιαιτέρως περιορισμένα για να αναλάβει και το μερίδιο του κόστους της Ελληνικής «διάσωσης» που κανονικά θα αναλογούσε στο ΔΝΤ. Αυτό είναι κάτι που καταλαβαίνει καλά η κα Λαγκάρντ.
Στη νέα σκληρή διαπραγμάτευση που σύντομα θα διεξαχθεί, μεγάλο ερωτηματικόαποτελεί η στάση που θα κρατήσουν οι χώρες που μας υποστήριξαν στην περασμένη σύνοδο κορυφής. Το δέλεαρ του Σχεδίου-Σόιμπλε για τις εγγυήσεις στο χρέος κάποιων ενδιαφερομένων χωρών, ίσως αποτελέσει επαρκές κίνητρο για να διαρραγεί ο Γαλλο-Ιταλικός άξονας, που ως τώρα στήριξε καθοριστικά τις προσπάθειες της Ελλάδας να παραμείνει στην Ευρωζώνη.
Το φθινόπωρο ο κ. Σόιμπλε θα κάνει μεγάλη προσπάθεια για να πείσει τους συνομιλητές του για τις δικές του θέσεις, την ώρα που η ελληνική πλευρά -εξαιτίας της μέχρι πρότινος στρατηγικής της- δεν θα διαθέτει κανένα σημείο διαπραγματευτικής πίεσης. Αν ο Γερμανός υπουργός καταφέρει εκ νέου να επιβάλει τη λογική του, η πορεία της Ελλάδας εκτός ευρώ θα έχει ουσιαστικά προδιαγραφεί και η έξοδος θα είναι απλώς ζήτημα χρόνου.
Δυστυχώς, η Ιστορία επαναλαμβάνεται και σε αυτή την τελική μάχη, που αφορά το δικό της μέλλον, η Ελλάδα θα είναι για ακόμη μια φορά απλός θεατής.
*Ο Κοσμάς Μαρινάκης είναι επίκουρος καθηγητής οικονομικής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Μόσχας (Higher School of Economics).
Πηγη: http://www.ptyxi.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου