Τετάρτη 18 Οκτωβρίου 2017

Οι διωγμοί ξεκίνησαν. Απλά οι μάρτυρες απουσιάζοντας, κάπου βολεμένοι φιλοσοφούν.

Συνέντευξη Σπανουδάκη  που περιγράφει την Ελληνική πραγματικότητα.
κατεβάστε από την σελίδα μας και ακούστε προσεκτικά.

Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

Μονή Δοχειαρίου Αγίου Ὀρους: Δεν δεχόμαστε τον Τσίπρα στο Άγιο Όρος χωρίς μετάνοια!

Του Αρχιμ. Γρηγορίου,
Καθηγουμένου
της Ι. Μονής Δοχειαρίου
03/10/2017
Όραση δεν έχω. Ακοή δόξα τω Θεώ ισχυρή. Από καλούς αδελφούς ακροάσθηκα αναρτήσεις εφημερίδος. Βρε, καταλάβετε ότι η στάμνα έσπασε, προτού φτάση στην βρύση. Όσο και να προσπαθήτε, εάν δεν συντριβή να γίνη χώμα, δεν μπορεί να αναπλαστή. Μόνον ο Θεός αναπλάθει χωρίς να συντρίβη· τόσο ισχυροί δεν είστε. Θαυμάζω πόσο σας αρέσουν οι μεσοβέζικες κουβέντες.

Το καθάριο ψωμί δεν μπορείτε πια να το αναχαράξετε στο στόμα σας. Πως αυτός που πολεμά τον Σταυρό μπορεί να έρθη στο Όρος την ημέρα που αυτό σύσσωμο πανηγυρίζει την παγκόσμιο Ύψωση του Σταυρού; Ποιός σας είπε ότι οι γεγηρακότες και άρρωστοι ηγούμενοι δεν θα θυσίαζαν τα πάντα, για να βρεθούνε στην υποδοχή ενός χριστιανού αρχηγού του κράτους; Είτε πεζή είτε με άμαξες, είτε βροχή και καταιγίδα έπληττε το Όρος, αυτοί πρώτοι δαφνηφορούντες θα έτρεχαν, θα έσπευδαν με ταχείς ρυθμούς να υποδεχθούν αυτόν που δεν αρνείται τον Χριστό και την Παναγία.

Απορώ καλή ήταν η χρονιά εφέτος, εσείς που τα βρίσκετε τα κούφια καρύδια και τα μαζεύετε; Όταν το καρύδι είναι βαρύ, είναι γεμάτο, όταν είναι ελαφρύ, είναι κούφιο. Αυτοί οι ηγούμενοι, οι γέροι και άρρωστοι, είναι Έλληνες και σέβονται και εκτιμούνε και τιμούνε τον άρχοντα του τόπου τους. Δεν μπορεί να είναι χριστιανός άρχοντας αυτός που αφήνει κάθε τσιράκι του να βωμολοχή εναντίον του Έθνους και της Εκκλησίας.

Είπα δεν βλέπω, αλλά ακούω το αίμα που τρέχει από τις καρδιές των ανθρώπων.
– Τι έχεις; Γιατί ζης παραμερισμένος; Γιατί δεν γελάς; Τι ψαχουλεύεις στις τσέπες σου; Τι ψάχνεις; Τι ζητάς;

– Ψάχνω στην Εκκλησία τον Ιησού τον εσταυρωμένο. Και στην πολιτεία οίκτο, να μη μου ζητά τόσους φόρους, τόσα δοσίματα. Πληρώνω, άνθρωπέ μου, και το σπίτι που κατοικώ. Το κλειδί μου έμεινε στα χέρια· σε λίγο θα το χάσω κι αυτό.

Στην Ανατολική Γερμανία για πολλά χρόνια είχε χαθή το γέλιο. Είχαν ανακαλύψει έναν ειδικό μηχανισμό, που, όταν έβλεπαν γελαστό πρόσωπο, και από φυσικού του ακόμη, του τοποθετούσαν τον μηχανισμό αυτόν στην κάτω σιαγόνα, να την λοξεύσουνε, να μη σημειώνεται στο πρόσωπο του ανθρώπου το γέλιο, αλλά η λύπη, η μελαγχολία, η στραβομουτσουνιά. Έτσι γίνεται τώρα στην Ελλάδα. Ο Γερμανός τοποθετεί κι ο Έλληνας σφίγγει τις βίδες του μηχανισμού.

Πως μπορώ εγώ ο καλόγερος, ο Έλληνας και χριστιανός, να μένω απαθής, ανενέργητος και αμέτοχος σε όλον αυτόν τον χαμό του κόσμου; Πότε οι μοναχοί έζησαν αραγμένη ζωή σ᾽ αυτόν τον τόπο («δεν βαριέσαι, άξια ων έπραξαν απολαμβάνουν») και δεν κατέβηκαν στην μάχη και δεν πρωτοστάτησαν στον αγώνα; Αλλοίμονο στον μοναχό που τρυφά στα θεωτικά του και αφήνει τον συνάνθρωπό του στον πόνο και στον καημό του.

Δεν τον δεχόμαστε τον Τσίπρα στο Άγιον Όρος, αν δεν επιδείξη έμπρακτη μετάνοια και αν δεν μαζέψη τα πούπουλα – που μόνο πούπουλα δεν είναι – της απιστίας, της αποστασίας και της διαστροφής από το κράτος το ελληνικό. Αν δεχόμασταν τον Τσίπρα με εκκλησιαστικές τιμές, αυτός ο πονεμένος λαός πόσο δάκρυ θα έχυνε την ημέρα εκείνη του Σταυρού;

Λέτε να εβαρύνθησαν οι καρδιές μας στην κραιπάλη και στην μέθη, και να χάσαμε τις ευαισθησίες μας και να ασπαζώμαστε τα χέρια των ενταφιαστών της Εκκλησίας και του Γένους; Είμαστε μοναχοί, είμαστε και Έλληνες. Να σπάσουνε τα χέρια μας, αν χειροκροτήσουμε τέτοιους κρατούντες, και να κομματιαστούν οι παλάμες μας, αν καμπάνες χαρμόσυνες χτυπήσουμε στην υποδοχή τους.

Εσύ που γράφεις για την παιδαγωγία του αγίου Μακαρίου, όλα αυτά τα χρόνια που είσαι; Ποιόν ανώρθωσες και ποιόν βοήθησες να επιστρέψη εν τη οδώ; Τι ωραίες που είναι οι ευσεβείς κουβέντες, τι ωραία που είναι τα χειροκροτήματα από τις κερκίδες! Κατέβα στην αρένα κι έλα να τα κουβεντιάσουμε κάτω από τις μαύρες σημαίες. Κι εγώ, αμέσως άσπρες θα τις αναρτήσω, αλλά με σταυρό χρυσαφένιο. Σε περιμένω.


Από Orthodox Life

Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2017

Ο ΑΓΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1353-1354 καί 1364-1376)[1] καταγόταν ἀπό τή Θεσσαλονίκη καί ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς διαπρεπέστερους καί πολυγραφότατους ἱεράρχες τῆς ὄψιμης βυζαντινῆς Ἐκκλησίας. Νέος ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἔγινε μοναχός. Ἀφοῦ παρέμεινε γιά ἀπροσδιόριστο χρονικό διάστημα στό Σινά, ἀναχώρησε γιά τό Ἅγιον Ὄρος, καί ἐγκαταστάθηκε ἀρχικά στή μονή Βατοπαιδίου ὅπου συνδέθηκε πνευματικά μέ τόν ὅσιο Σάββα τόν Βατοπαιδινό. Ἀργότερα κοινοβίασε στή Μεγίστη Λαύρα, ὅπου συνδέθηκε μέ τόν ἐκεῖ ἀσκούμενο ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ. Κατά τίς ἡσυχαστικές ἔριδες πού ἀπασχόλησαν τόν ἱερό Ἄθω κατά τόν 14ο αἰ., ὁ ἅγιος Φιλόθεος στήριξε τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ στούς ἀγῶνες του κατά τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ καί τῶν ὁμοϊδεατῶν του. Ἔτσι, τό 1341, ὡς ἁπλός Λαυριώτης ἱερομόναχος ὑπογράφει μαζί μέ ἄλλους Ἡσυχαστές τόν «Ἁγιορειτικό Τόμο». Τήν περίοδο 1340/42-1347 διετελεῖ ἡγούμενος τῆς Μεγίστης Λαύρας, διαδεχόμενος τόν Μακάριο πού ἐξελέγη μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ἀπό τή θέση αὐτή προχειρίστηκε ἀπό τόν ἅγιο Ἰσίδωρο πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως μητροπολίτης Ἡρακλείας τῆς  Θράκης[2], πού τότε ἦταν πρωτόθρονη ἀνάμεσα στίς μητροπόλεις τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου. Γιά τόν λόγο αὐτό ἔφερε καί τόν τίτλο «Πρόεδρος τῶν ὑπερτίμων».
   Κατά τήν διάρκεια τῆς ἀρχιερατείας τοῦ ἁγίου Φιλοθέου στήν Ἡράκλεια, Λατῖνοι ἐπιδρομεῖς κυρίευσαν τήν Θράκη καί αἰχμαλώτισαν πολλούς ἀπό τούς κατοίκους της. Ἄς δοῦμε πῶς ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Φιλόθεος περιγράφει τά δεινά τῶν κατοίκων τῆς πολύπαθης Θράκης στό Βίο τοῦ ἐπίσης Ἁγιορείτου ὁσίου Σάββα τοῦ Νέου τοῦ Βατοπαιδινοῦ, ὁ ὁποῖος ἀσκήθηκε στήν Ἡράκλεια τήν ἴδια ἐποχή:
   (Κώδ. Καυσοκαλυβίων 154, σ. 825) «Διότι κατά τούς χρόνους ἐκείνους οἱ ἀπό τῆς Σικελίας Λατίνοι ἐλθόντες ἐπί λόγῳ βοηθείας τοῦ βασιλέως Ῥωμαίων, καί ψευσθέντες εἰς τάς συνθήκας των, διέφθειραν πρῶτον καί ἠρήμωσαν αἰχμαλωτίσαντες τήν Θράκην, ἄλλας μέν πόλεις καί χώρας ἀφανίζοντες καί ἄλλας αἰχμαλωτίζοντες τούς κατοίκους καί κατηδάφηζον, ποιοῦντες αὐτάς μνημεῖα νεκρῶν ἀντί κατοικουμένας οἱ ἀπάνθρωποι, μηδόλως // (σ. 826) λυπούμενοι τούς χριστιανούς, ἀλλά φονεύοντες πᾶσαν ἡλικίαν· σφάζοντες νέους, γέροντας, παῖδας, γυναῖκας, πλουσίους καί πένητας· ἄλλους μέ ξίφος, ἄλλους εἰς τό πῦρ καί ἄλλους εἰς τό ὕδως πνίγοντες. Εἶτα λαβόντες συμμάχους καί τούς ἀσεβεῖς Τούρκους, ηὔξησαν περισσοτέρως τήν μανίαν τους, σπουδάζοντες αἰχμαλωτίσαι Μακεδονίαν, Θράκην καί Θετταλίαν».
   Εἰδικότερα, οἱ ἐπιδρομεῖς κατέλαβαν τό 1351 τήν πόλη τῆς Ἡρακλείας προκαλῶντας μεγάλες καταστροφές καί σφαγές ἀμάχων. Ἑκατοντάδες ἀπό τούς κατοίκους τῆς πόλης στάλθηκαν αἰχμάλωτοι στήν ἀποικία τῶν Γενοβέζων στόν Γαλατᾶ περιμένοντας τήν πώλησή τους στά σκλαβοπάζαρα. Κατά τήν στιγμή τῆς καταστροφῆς, ὁ ἅγιος Φιλόθεος ἀπουσίαζε ἀπό τήν Ἡράκλεια, εὑρισκόμενος στήν Κωνσταντινούπολη γιά τή Σύνοδο κατά τοῦ Βαρλαάμ καί τοῦ Ἀκινδύνου. Μέ πολλές του προσπάθειες συγκέντρωσε χρήματα καί κατάφερε νά ἐλευθερώσει ὅλους τούς αἰχμαλώτους. Ἀκόμη καί οἱ Γενοβέζοι ἐντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ μέ τήν αὐτοθυσιαστική συμπεριφορά τοῦ Φιλοθέου, ὥστε ἀπέλυσαν πολλούς φτωχούς αἰχμαλώτους χωρίς νά πάρουν χρήματα[3]. Σύμφωνα μέ τόν Βίο του, ὁ Ἅγιος «ὠφέλησε πολύ εἰς τήν ἐλευθερίαν των (τῶν κατοίκων τῆς Ἡρακλείας), διότι ὡς καλός ποιμήν ἔβαλε τήν ψυχήν του εἰς θάνατον ὁ ἀοίδιμος, μή φοβηθείς τήν ὠμότητα τῶν Λατίνων, ὁπού κατ’ αὐτοῦ ἐλύσσων ὡς ὑπερασπιστήν ὄντα τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος» κατά τόν βιογράφο του[4]. Ἑπτά περίπου μῆνες μετά τή καταστροφή, καί μετά τήν ἀναχώρηση τῶν αἱμοσταγῶν ἐπιδρομέων, ὁ μητροπολίτης Ἡρακλείας Φιλόθεος ἐπέστρεφε μαζί μέ τό ἀπελευθερωμένο ποίμνιό του στήν πόλη, ἡ ὁποία ἔμμελε νά ἀνοικοδομηθεῖ. Ἐπίσης ἔκανε προσπάθεια νά συγκεντρώσει τούς διασκορπισμένους κατοίκους τῆς Ἡρακλείας, τούς ὁποίους παρηγόρησε καί ἐνίσχυσε πνευματικά, φροντίζοντας ταυτόχρονα νά ἀπαλλαχθοῦν ἀπό τούς βασιλικούς φόρους. Τό ἴδιο ἔπραξε καί γιά τούς κατοίκους τῆς Σωζοπόλεως, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὑποστεῖ παρόμοιες καταστροφές. Ἀργότερα, κι ἐνῶ ἦταν ἤδη πατριάρχης, ἐκφράζοντας τό συνεχές του ἐνδιαφέρον γιά τόν ἀγαπημένο του λαό τῆς Ἡρακλείας πού ἐξακολουθοῦσε ἐν πολλοῖς νά ἦταν διασκορπισμένος, ἔγραψε πρός αὐτόν παρηγορητική ἐπιστολή[5]. Σ’ αὐτήν ἀπέδιδε ὅλες τίς συμφορές πού εἶχαν βρεῖ τούς Ἡρακλειώτες καθώς καί τίς ἀπώλειες λοιπῶν πόλεων καί ἐπαρχιῶν στίς ἀνομίες τοῦ λαοῦ καί τέλειωνε μέ τήν εὐχή καί τήν ἐλπίδα ὅτι μέ τή μετάνοιά τους καί τή βοήθεια τοῦ φιλανθρώπου Κυρίου θά μποροῦσαν νά ἐπανέλθουν στήν πατρίδα τους[6]. Μάλιστα, κατά τή διάρκεια Ὁμιλίας[7] του ὡς πατριάρχης, ἐξαίρει, ἀνάμεσά στά ἄλλα καλά τους, τήν φιλάνθρωπη διάθεση τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν, ἀναπολῶντας τήν οὐσιαστική βοήθεια πού προσέφεραν στούς αἰχμάλωτους κατοίκους τῆς Ἡρακλείας, ἀφοῦ μέ τήν οἰκονομική τους συνδρομή πολλοί ἀπ’ αὐτούς ἐπανέκτησαν τήν ἐλευθερία τους.
     Τήν ἴδια ἐποχή ὁ Ἰωάννης Καντακουζηνός ἀναγορεύεται αὐτοκράτορας στό Διδυμότειχο. Ἀλλά ἀργότερα κι ἐνῶ ὁ Καντακουζηνός εἶχε λογισμό νά μεταβεῖ στήν Ἡράκλεια καί νά καρεῖ μοναχός ἀπό τόν ἅγιο Φιλόθεο, συνέβη τελικά κάτι τελείως διαφορετικό: ὁ αὐτοκράτορας κάλεσε τόν ἅγιο Φιλόθεο ὡς πατριάρχη στήν Κωνσταντινούπολη. Στή θέση αὐτή ὅμως ὁ ἅγιος Φιλόθεος παρέμεινε μόνο γιά λίγο, ἀφοῦ ἀκολουθῶντας τίς πολιτειακές ἀλλαγές ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό θρόνο του καί ἐπέστρεψε στήν ἀγαπημένη του ἀθωνική ἡσυχία. Ἀργότερα ὅμως μέ τή συναίνεση τοῦ πατριάρχη Καλλίστου Α΄ ἀνέκτησε καί πάλι τή μητροπολιτική τοῦ ἕδρα στήν Ἡράκλεια[8]. Μετά τό θάνατο τοῦ πατριάρχη Καλλίστου ὁ ἅγιος Φιλόθεος ἐπανέρχεται τό 1364 στόν πατριαρχικό θρόνο. Κατά τήν δεύτερη πατριαρχεία του ὁ ἅγιος Φιλόθεος συνδύασε τήν ποιμαντική μέριμνα καί διακονία πρός τό λαό μέ τήν ἡσυχαστική μοναχική ζωή, τήν ταπείνωση μέ τίς ὑψηλές θεολογικές του γνώσεις καί τήν ρητορική δεινότητα. Συνέγραψε πλῆθος θεολογικῶν, ἀντιρρητικῶν, ἀπολογητικῶν καί ἁγιολογικῶν ἔργων. Ἐκοιμήθη τό 1379. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 11 Ὀκτωβρίου.  

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

ΟΙ ΟΜΟΒΡΟΝΤΙΕΣ του Καθηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου Γέροντα Γρηγορίου

ΟΙ ΟΜΟΒΡΟΝΤΙΕΣ  


πὸ παλιὰ χρόνια ὑπῆρχε μιὰ μυστικὴ ἀντίθεση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος (καὶ ὄχι μόνο). Τὸ ἅγιο αὐτὸ βουνὸ μὲ διάφορους τρόπους ἀπωθεῖται καὶ ἐπισκιάζεται, ὅσο γίνεται περισσότερο, ἀπὸ τὸ κλίμα τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ οἱ σλαυϊκοὶ λαοὶ τὸ ὑπερυψώνουν, τὸ εὐλαβοῦνται, τὸ θεωροῦν τὸ δεύτερο μεγάλο προσκύνημα μετὰ τὰ Ἱεροσόλυμα. Ρίξε-ρίξε μαυροσέντονα, κοντεύει νὰ μὴ φαίνεται, ἐνῶ οἱ περισσότεροι διαβιοῦντες καὶ διακονοῦντες τὸν ἱερὸ αὐτὸν τόπο εἶναι γεννήματα καὶ θρέμματα τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ πιὰ οἱ σκλαβωμένες πατρίδες δὲν ἔχουν δυναμικὸ νὰ προσφέρουν.

Ὅλοι οἱ μοναχοὶ τοῦ Ὄρους εἶναι προσφορὰ τῶν Γεροντάδων ποὺ ἐργάζονται στὸν ἀμπελῶνα τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, κι ἐμεῖς μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ σεβασμὸ πολὺ τοὺς δεχόμαστε, τοὺς φιλοξενοῦμε καὶ τὸ πρῶτο ποὺ τοὺς ἀναθέτουμε εἶναι νὰ λειτουργήσουν, εἴτε μόνοι τους εἴτε μαζί μας. Γιατί λοιπὸν νὰ δημιουργηθοῦνε τόσο μεγάλες ἀποστάσεις μεταξὺ Ὄρους καὶ Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας; Εἴμαστε ἀπὸ τὴν ἴδια Ἐκκλησία, ἀπὸ τὸ ἴδιο Ἔθνος, καὶ τὸ καύχημα τοῦ Γένους καὶ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸ ἱερὸ αὐτὸ βουνό. Γιατί θεωρούμαστε ξένοι καὶ ἐπήλυδες; Ποιός ἀπὸ τὸ Ὄρος δὲν ἱερουργεῖ, δὲν ἐξομολογεῖ, δὲν ὁμιλεῖ κατόπιν προσκλήσεως τοῦ ἐπιχωρίου ἐπισκόπου; Αὐτὴ ἡ Ἐγκύκλιος πιστεύω ὅτι εἶναι μιὰ ἀπερίσκεπτη ἐνέργεια κι ἕνας κανονιοβολισμὸς ὁμοβροντίας στοῦ Ἁγίου Ὄρους τὰ σκηνώματα.



Ἐπειδὴ θεωρῶ μάννα μου τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ρίχνω τοὺς τόνους καὶ παρακαλῶ ἀναθεώρηση τῆς Ἐγκυκλίου. Καθίσατε νὰ λογαριάσετε πόση βοήθεια δέχεται ἡ ἐνορία ἀπὸ τοῦ Ὄρους τὴν μυστικὴ ἐργασία; Πόσοι ἐνορίτες βρίσκουν τὸν Χριστὸ ἀπὸ τοὺς Ἁγιορεῖτες πατέρες; Γιατί αὐτὸ τὸ ἔργο προσπαθεῖτε νὰ τὸ ἐξοβελίσετε καὶ νὰ τὸ ἀμαυρώσετε; Τί συμβουλεύουμε τοὺς πιστοὺς ποὺ προσέρχονται; Δὲν προσπαθοῦμε νὰ τοὺς ἐπισυνάγουμε καὶ νὰ τοὺς συμπάλλουμε στὴν ἐνορία; Πόσοι ἐπίσκοποι καὶ μητροπολίτες δὲν ἰχνηλατοῦν τὰ μονοπάτια καὶ τὶς ὁδοὺς ποὺ διανοίγει ἡ ἁγιορείτικη ἀγρυπνία καὶ λατρεία; Μπορεῖ νὰ ζοῦμε στὸ Ὄρος, ἀλλὰ εἴμαστε προσεκτικοὶ οἰκοδόμοι τῆς ἐνορίας. Συνεχῶς λαξεύουμε πέτρες καὶ δομοῦμε τὴν Ἐκκλησία ἔξω στὸν κόσμο. Πόσες οἰκογένειες ἐνδιατρίβουν στὶς συμβουλὲς τῶν Ἁγιορειτῶν καὶ σώζεται ἡ οἰκογένεια ἀπὸ τὸν διασκορπισμὸ καὶ τὸ ναυάγιο;

Ἁγία Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἶναι πολὺ κακὸ νὰ διαγράψετε ἀπὸ τὸν χάρτη σας τὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος. Σκάφες εἴμαστε καὶ διασώζουμε πιστοὺς καὶ σᾶς τοὺς ναυτολογοῦμε στὸ καράβι ποὺ κυβερνᾶ κάθε ἐπίσκοπος.

Ὁ μοναχισμὸς εἶναι τὸ δυναμικὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Οὔτε ἡ ἐν τῷ κόσμῳ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ ζήση χωρὶς μοναχούς, οὔτε καὶ οἱ μοναχοὶ χωρὶς τὴν Ἐκκλησία. Οὓς ὁ Θεὸς συνέζευξεν ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω. Αὐτοὶ οἱ δύο θεσμοὶ εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένοι καὶ ὅποιος προσπαθήση νὰ τοὺς σπάση, ὀργὴ Θεοῦ θὰ τὸν εὕρη. Πόσους Ἁγίους ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία τὸ μοναχικὸ τριβώνιο καὶ πόσο οἱ διηνεκεῖς αὐτοὶ μάρτυρες τῇ συνειδήσει βοήθησαν τὴν Ἐκκλησία σὲ δύσκολες δογματικὲς ἐπαναστάσεις καὶ αἱρέσεις; Διῶξτε τοὺς μοναχούς, ἐπίσκοποι, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τότε θὰ δῆτε τὶ θὰ σᾶς μείνη. Τότε θὰ δῆτε φτώχεια καὶ πενία πνευματικὴ στοὺς κόλπους σας. Οὔτε ὁ μοναχισμὸς πάνω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλ᾽ οὔτε καὶ ἡ Ἐκκλησία ψυχρὴ καὶ ἀδιάφορη γι᾽ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν στὰ ὄρη καὶ τὶς ὀπὲς τῆς γῆς. Τὸ ἀντίβαρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ μοναχοί. Κι ὁ πιὸ ράθυμος καὶ πιὸ ἀδιάφορος θὰ πῆ προσευχὲς καὶ θὰ ἀναπέμψη παρακλήσεις καὶ δεήσεις ὑπὲρ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Στολίδια εἶναι τὰ μοναστήρια γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἄγκυρες ἐλπίδας σωτηρίας. Οἱ καμπάνες τῶν Μονῶν ἠχομαχοῦνε μέρα-νύχτα καὶ εὔχονται γιὰ τὴν εἰρήνη τοῦ σύμπαντος κόσμου. Μπορεῖ ὁ ἐπίσκοπος κι ὁ ἐφημέριος, μέσα στοὺς μεγάλους τους περισπασμούς, νὰ μὴ μποροῦν νὰ οἰκονομήσουν τὸ εἰκοσιτετράωρο στιγμὲς προσευχῆς, ἀλλ᾽ ὁ μοναχὸς γυρίζει τὸ κομποσχοίνι στὸ χέρι του κι ἐπικαλεῖται τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐπὶ πᾶσαν τὴν κτίσιν.

Μᾶλλον τὸ ἀντίθετο πρέπει νὰ γίνεται: ὁ ἀπροσδόκητα εὑρισκόμενος στὸν κόσμο μοναχὸς νὰ παίζη τὴν λύρα τοῦ Θεοῦ, γιατὶ μέχρι ποὺ νὰ ἔρθη ἡ ἄδεια, οἱ χορδὲς αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ ὀργάνου θὰ χαλαρώσουν. Ἐμπνεύσετε τοὺς μοναχοὺς νὰ εἶναι συνεργάτες σας καὶ ἄμισθοι ἐργάτες σας στὸν μυστικὸ ἀμπελῶνα. Ὁ μοναχὸς εἶναι ἄμισθος ἐργάτης. Μ᾽ ἕνα ξερὸ παξιμάδι καὶ μὲ δυὸ πικρὲς ἐλιὲς σκαπανεύει τὸ ἀμπέλι τοῦ Θεοῦ μέρα-νύχτα.



Βρῆκα στὰ Δολιανὰ τῆς Εὐρυτανίας ἕνα μπαρμπ᾽-Ἀναστάση, ποὺ χρόνια κρατοῦσε τὸ ἀναλόγιο τῆς ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ του.

– Πόθεν διδάχθηκες τὴν λατρευτικὴ ζωή;

– Ἀπὸ ἕνα μοναχὸ ποὺ διάβηκε στὸ χωριό μου στὰ μικρά μου χρόνια.

– Πόθεν, παπᾶ, ἔμαθες νὰ λειτουργῆς;

– Ἀπὸ ἕνα περαστικὸ ἱερομόναχο.

– Πόθεν, κυρα-Ζαχαρώ, ἔμαθες νὰ κρατᾶς στὸ σπίτι σου τὴν ἀκοίμητη εἰκοσιτετράωρη ἀκολουθία;

– Ἀπὸ ἕνα καλόγερο.

Ἀπ᾽ ὅπου πέρασαν οἱ ἀφανεῖς αὐτοὶ καλόγεροι ἔβαλαν θεμέλια γερὰ καὶ στὴν ἐνορία καὶ στὴν κατ᾽ οἶκον ἐκκλησία.

Ἐπίσκοποί μου, τρῶτε μουσκεμένο ψωμί, ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἔβαλαν στὸ νερὸ οἱ μοναχοί. Μὴ κλείνετε, σᾶς παρακαλῶ, τὶς πηγὲς ποὺ ἀρδεύουν τοὺς κήπους σας. Μὴ σκοτώνετε τοὺς ζωντανοὺς δασκάλους τοῦ Γένους καὶ τῆς πίστης. Ἀπὸ καμμιὰ ἐνορία καὶ μητρόπολη νὰ μὴν ἐκλείψη τὸ μοναχικὸ τριβώνιο. Ἡ ἀγρυπνιούλα τοῦ μοναχοῦ, ἡ μυστικὴ προσευχή, κάνει τὰ νερὰ τῆς Ἐκκλησίας κρυστάλλινα καὶ διαυγῆ. Δὲν εἶναι καιρὸς νὰ ὑψώσουμε τὶς καρδιές μας, ἀλλὰ νὰ τὶς ταπεινώσουμε καὶ ἀφανεῖς νὰ γίνουμε, κεκρυμμένοι καὶ πορευόμενοι στοὺς ἴσκιους τῶν μοναχῶν. Ἐπίσκοπέ μου, μοναχικὰ ἐνδύματα φέρεις. Τὸ κουκούλι, ὁ μανδύας, ἡ ράβδος καὶ ἡ βακτηρία, τῆς ἐρήμου εἶναι ἐμβλήματα.

Δὲν ἀρνοῦμαι ὅτι ὑπάρχουν καὶ οἱ ἀσύδοτοι, ἀλλὰ πιστεύω ὅτι αὐτοὶ θὰ βλάψουν ὀλιγώτερο τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ θέλουν νὰ βάλουν φίμωτρα στὶς αἴσιες φωνὲς τῶν μοναχῶν. Ἐμεῖς μοναχοὶ εἴμαστε καὶ ἕτοιμοι εἴμαστε καὶ τὸ ράπισμα νὰ δεχθοῦμε καὶ τὸ λάκτισμα. Ἀλλὰ ὁ κακός τους ἀντίλαλος θὰ ἀπηχήση στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν.

Ἐξηγοῦμαι, γιὰ νὰ μὴ μὲ θεωρήσετε ὅτι λαχταρῶ τὶς ἐμφανίσεις στὸν κόσμο: Δὲν ἐξῆλθα ποτὲ τοῦ Ὄρους, οὔτε γιὰ παρουσιάσεις οὔτε γιὰ συνέδρια οὔτε γιὰ ὁμιλίες. Ζῶ στὴν σκιὰ τοῦ μοναστηριοῦ μου καί, παρὰ τὶς παρακλήσεις γνωστῶν καὶ ἀγνώστων ἐπισκόπων, προτίμησα νὰ εἶμαι στοιχειὸ στὸ μοναστήρι μου παρὰ στὸν κόσμο, γιατὶ ζώντας μέσα στὴν Ἐκκλησία, εἶδα ὅτι ἡ ἀχλάδα ἔχει οὐρά. Προτιμῶ νὰ ζῶ στὸν ἴσκιο μου, παρὰ σὲ μεγαλειώδεις αἴθουσες, γιατὶ πιστεύω πὼς οἱ φιέστες μέσα στὴν Ἐκκλησία εἶναι σημεῖο τῆς συντέλειας τοῦ κόσμου. Θὲς νερό; Πρόσελθε στὴν πηγὴ ποὺ καλλιεργῶ ἐπὶ τόσα χρόνια, νὰ γεμίσης τὶς χοῦφτες σου καὶ νὰ δροσίσης τὰ σωθικά σου.

Ἀκούω πολλὲς φιέστες γίνονται καὶ θὰ γίνωνται στὴν Ἐκκλησία γιὰ πρόσωπα καὶ γιὰ πράγματα. Κανεὶς δὲν ἀναλογίζεται σὲ πόσους ἀφήνουν αὐτὲς οἱ ἐκδηλώσεις κακοὺς λογισμοὺς καὶ ἐπάρατες σκέψεις. Τὸ βαρέλι, γιὰ νὰ μᾶς δώση καλὸ κρασί, πρέπει νὰ τὸ κάψουμε. Αὐτοὶ ποὺ προβάλλονται, ποιός τοὺς ἔκαψε τὸ βαρέλι; Πιάστε, κάψτε το καὶ μὲ τὴν ξύστρα περάστε το καὶ δέστε μὲ ἀληθινότητα τὶ θὰ σᾶς μείνη στὰ χέρια. Μὲ σοφία νὰ περπατήσουμε, μὲ σεμνότητα νὰ ζήσουμε καὶ μὲ ἁγιωσύνη καὶ φόβο Θεοῦ νὰ κατεργασθοῦμε ἕκαστος τὴν σωτηρία του. Προσέχετε, μοναχοὶ καὶ ἐπίσκοποι, αὐτὰ ποὺ προβάλλετε νὰ ἔχουν ἀντίκρυσμα, γιατὶ… ἀλλοίμονο. Ἀφῆστε ἐπιτέλους τὸν Θεό, σὰν τὸν πιὸ ἀληθινὸ Ἰατρό, νὰ κάνη τὴν διάγνωση (νὰ μᾶς πῆ ποιὸς εἶναι δίκαιος καὶ ποιὸς εἶναι ἅγιος) καὶ μὴ τὸν πυροβολῆτε μὲ δικές σας συμπάθειες καὶ ὀρέξεις. Ἡ συμπόρευση μᾶς ὁδηγεῖ ὅλους στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Πολλὰ θὰ ἤθελα νὰ ἐπισημάνω σ᾽ αὐτὸ τὸ ἄρθρο, ἀλλ᾽ ἂς μαζέψω τὴν πέννα μου, γιατὶ μπορεῖ νὰ κάνη καὶ μουτζοῦρες σ᾽ αὐτὸ τὸ δύσκολο κείμενο.

Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης
(1 Οκτ 2017 )