Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

Τι κόσμος Θεέ μου! - capital.gr του Θανάση Μαυρίδη





Μπορεί ο χρυσός που έχει εξαχθεί από την γη από την γέννηση του ανθρώπινου είδους να χωράει όλος κι όλος σε τρεισήμισι πισίνες ολυμπιακών διαστάσεων, αλλά μέσω των παραγώγων διαπραγματεύεται στις διεθνείς αγορές 92 φορές περισσότερη ποσότητα! Ας πούμε ότι μόλις το 1% των αγοραστών απαιτούν με την λήξη των συμβολαίων τους την εκπλήρωσή τους, την παραλαβή φυσικού προϊόντος. Τι θα συμβεί;


Είναι βέβαιο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει, επειδή δεν υπάρχει τόσος χρυσός για να ικανοποιήσει τόσα πολλά αιτήματα. Από την άλλη, αυτό το παράδειγμα που μας παρουσίασε σε εκδήλωση της Ένωσης Πιστοποιημένων Αναλυτών ο κ. Θάνος Βαρβιτσιώτης από την Marfin δείχνει το μέγεθος του παραλογισμού που επικρατεί σήμερα στις αγορές.


Για να είμαστε πιο ακριβείς, οι αγορές μοιάζουν όλο και περισσότερο σε Καζίνο. Το πρόβλημα είναι ότι το κόστος δεν το πληρώνουν μόνο οι εθισμένοι στον τζόγο παίκτες, αλλά όλη η ανθρωπότητα. Με συνθήκες Καζίνο καθορίζονται σήμερα οι τιμές του πετρελαίου και των αγροτικών προϊόντων. Κι όμως! Με βάση τις επίσημες τιμές κλεισίματος των χρηματιστηρίων αγοράζουμε σήμερα την βενζίνη από τα πρατήρια ή τα τρόφιμα από το ράφι των σούπερ μάρκετ.


Είναι χαρακτηριστικό αυτό που είχε κατ΄ επανάληψη επισημανθεί στο προηγούμενο ράλι του πετρελαίου, όταν και η τιμή είχε φτάσει στα 150 δολάρια το βαρέλι: Η τιμή ανέβαινε δίχως να υπάρχει πραγματική έλλειψη του προϊόντος! Αυτός ήταν άλλωστε και ο πραγματικός λόγος που η τιμή στην συνέχεια βυθίστηκε μέχρι την περιοχή των 30 δολαρίων, για να ξαναβρεθεί σήμερα στην περιοχή των 100 δολαρίων. Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς ποιος είναι ο μεγάλος κερδισμένος από αυτό το τραινάκι του τρόμου: Οι μεγάλες τράπεζες και χρηματιστηριακές που κερδίζουν έτσι κι αλλιώς από τις προμήθειες που εισπράττουν από τις πράξεις των πελατών τους.


Στο μεταξύ, αν συμβεί και κάποια τράπεζα χάσει χρήματα από μια απότομη μεταβολή της τιμής, το σύστημα δεν έχει να φοβηθεί για την συνέχεια του παιγνιδιού: Σκεφτείτε ότι στα παράγωγα ο παίκτης έχει καταθέσει ως εγγύηση ένα μικρό μέρος των χρημάτων που αντιπροσωπεύει η χρηματιστηριακή του πράξη, της τάξης του 6%. Αν η διακύμανση είναι απότομη, ας πούμε της τάξης του 20% ή του 30%, τότε τις πιθανές ζημίες που δεν θα πληρώσουν οι πελάτες των τραπεζών θα κληθούν να τις πληρώσουν οι ίδιες οι τράπεζες. Ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει. Αν και η τράπεζα δεν έχει τα απαραίτητα κεφάλαια, που είναι και το πιο πιθανό, τότε οι κοινωνίες θα αναλάβουν και πάλι το κόστος διάσωσης της χαμένης τράπεζας. Κι έτσι οι ανθρωποθυσίες στον θεό της μόχλευσης θα εξακολουθήσουν προς μεγάλη ευχαρίστηση της τεράστιας στρατιάς των υπηρετών του.


Το έχουμε ξαναπεί, ότι είναι μία τεράστια κερδοφόρα μηχανή που έχει ήδη εξαγοράσει τους πάντες και είναι αδύνατο να κτυπηθεί. Φανταστείτε ότι έχει δημιουργηθεί ένας παράλληλος κόσμος εικονικής πραγματικότητας που διαπραγματεύεται εμπορεύματα 80 και 100 φορές περισσότερα από αυτά που υπάρχουν στην πραγματικότητα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι διαμεσολαβητές, δηλαδή οι τράπεζες, κερδίζουν με μία πράξη και μόνο όσο πλούτο παράγει αυτός ο πλανήτης στην πραγματικότητα! Μόνο από τις προμήθειες και μόνο με μία πράξη των πελατών τους. Κάθε δεμάτι καλαμπόκι που παράγει ο γεωργός ανήκει ήδη στην τράπεζα πριν αυτή παραχθεί! Όχι μέσω των δανείων, αλλά μέσω του ελέγχου της λειτουργίας της αγοράς παραγώγων. Είναι τρέλα, αλλά αυτή η τρέλα είναι η πραγματικότητα του σύγχρονου κόσμου μας. Έπειτα, μπορούν να δανείζουν κράτη, να προσλαμβάνουν στις υπηρεσίες τους παροπλισμένους πρωθυπουργούς και να ονειρεύονται έναν κόσμο όπως τελικά τον επιθυμούν...

Κατρίν Μαρτέν Ρωμαιοκαθολική μοναχή "είναι η Ευρώπη που χρωστάει στην Ελλάδα""


«Εγώ, μια Ρωμαιοκαθολική καλόγρια, θα υποστηρίξω την Ελλάδα», της Κατρίν Μαρτέν
Ζώντας εδώ κι οκτώ χρόνια στην Ελλάδα την κατάσταση της χώρας και τις αντιδράσεις που αυτή προκαλεί, νιώθω υποχρεωμένη να παρέμβω. Εδώ και μήνες δίδεται για την Ελλάδα η εικόνα μιας χώρας όπου βασιλεύει η διαφθορά, όπου η φοροδιαφυγή είναι εθνικό άθλημα κι όπου τα σκάνδαλα ξεσπούν και αλληλοδιαδέχονται το ένα το άλλο με πυρετώδη ρυθμό. Τίποτα από όλα τα παραπάνω δεν είναι εντελώς ψέμα -και πρόθεσή μου δεν είναι να εξωραΐσω την πραγματικότητα. Από την άλλη, συχνά η νοηματοδότηση κάποιου πράγματος εξαρτάται και από το πώς αυτό λέγεται. (Φωτογραφία στη κορυφή:Πίνακας της Δήμητρας Ερμείδου, `'Quilty as usual",2009)
Όμως, γνωρίζω:
πρώτον εμείς, οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, δεν είμαστε δα και παράδειγμα αρετής και δε δικαιούμαστε να δίνουμε μαθήματα σε άλλους·
δεύτερον , δεν κερδίζουμε τίποτα με το να εξευτελίζουμε έναν εταίρο μας που είναι ήδη αποδυναμωμένος, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για έναν ολόκληρο λαό·
τρίτον , μου φαίνεται πως τριάντα χρόνια συμβίωσης δεν αρκούσαν για να γνωρίσουμε πραγματικά και να κατανοήσουμε τους Έλληνες «εξαδέλφους» μας, που δεν είναι ταυτόσημοι με εμάς.
Πρόκειται για κάτι αυτονόητο, που όμως συχνά το λησμονούμε: οι Έλληνες δεν είναι δυτικοευρωπαίοι -και με τη χάρη του Θεού δε θα γίνουν ποτέ. Απέναντι στη νομοθεσία δεν έχουν τα ίδια αντανακλαστικά με εμάς: δε διαθέτουν αυτήν την προδιάθεση προς τη νομιμοφροσύνη, που δίχως άλλο μας έχει κληροδοτηθεί από τη Ρώμη και χαρακτηρίζει τη δύση. Στην Ελλάδα ο κανόνας δεν είναι υποχρεωτικός· τα πράγματα δεν εξελίσσονται σύμφωνα με το νόμο, που εδώ έχει μάλλον ενδεικτικό ρόλο.
Θυμάμαι συχνά τι μας είχε πει ο καθηγητής μας των ελληνικών στο πρώτο μας μάθημα: η μεγαλοφυΐα της λατινικής γλώσσας είναι η λογική της αυστηρότητα· η μεγαλοφυΐα των ελληνικών όμως έγκειται στην ευελιξία τους, στην τέχνη των αποχρώσεων. Υπάρχουν σαφώς γραμματικοί κανόνες, αλλά οι εξαιρέσεις, οι αποχρώσεις, οι διαφοροποιήσεις, οι ανώμαλες κλίσεις είναι τόσο πολυάριθμες! Μετά από τόσο καιρό που ζω εδώ, τείνω να πιστέψω πως ό,τι ισχύει στη γλώσσα ισχύει και στις νοοτροπίες των ανθρώπων.


Το πρωτεύον εδώ είναι οι οικογενειακοί και κοινωνικοί δεσμοί. Δεν αρνούμαστε ποτέ μια χάρη σε έναν φίλο και συγγενή, έστω κι αν η χάρη αυτή επισύρει κάποιο βαθμό παραβίασης του νόμου. Βοηθούμε τον πλησίον, το φίλο, νοιαζόμαστε για τις ανάγκες των ανθρώπων, χωρίς κατ' ανάγκη να κατανοούμε πάρα πολύ καλά την έννοια του «γενικού συμφέροντος». Ο νόμος παρακάμπτεται χωρίς συνειδησιακά προβλήματα. Οι Έλληνες εξάλλου παραδέχονται πως προσπαθούν «να κάνουν τη δουλειά τους» χωρίς να νοιάζονται για το νόμο: «δεν είναι καλό μεν, αλλά έτσι είμαστε οι Έλληνες, και ποτέ μας δε θα αλλάξουμε!». Αν περηφανευόμαστε πράγματι για τη διαφορετικότητα, που τη θεωρούμε τον πλούτο της Ευρώπης, θα πρέπει να σεβαστούμε κι αυτή τη διαφορά, χωρίς να εκπλησσόμεθα δήθεν που οι Έλληνες δε συμπεριφέρονται σαν Γερμανοί ή Γάλλοι. Για να αξίζει την ονομασία της η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) χρειάζεται όσοι τη συναποτελούν να γνωρίζονται πραγματικά, και όχι μόνο επιφανειακά, στη βάση στερεοτύπων.


Πριν τελειώσω, θα ήθελα απλά να σημειώσω κάτι σχετικά με μια έκφραση που στα αυτιά μου ακούγεται παράξενα: μιλάμε για «χρέος της Ελλάδας προς την Ευρώπη». Πάντοτε συναισθανόμουν το αντίθετο: πως είναι η Ευρώπη που χρωστάει στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα δάνειο που παραχωρήθηκε εδώ και πάνω από είκοσι πέντε αιώνες κι έκτοτε έχουν δοθεί αμέτρητες δόσεις, που δε καταμετρώνται μεν σε δραχμές ή σε ευρώ, αλλά που η αξιοποίησή τους παρήγαγε ανεκτίμητους θησαυρούς.


Αχ, αν μόνον όχι απλά όλοι οι ελληνιστές της Ευρώπης, αλλά κι όλοι οι φιλόσοφοι, οι αρχιτέκτονες, οι γλύπτες, οι άνθρωποι του θεάτρου, αλλά και όλοι όσοι δε θα ήμαστε ακριβώς ό,τι είμαστε αν δεν είχαμε συναντηθεί στην πορεία της ζωής μας με τον Οδυσσέα, τον Αχιλλέα, τον Οιδίποδα, την Αντιγόνη, τον Προμηθέα, αν δεν είχαμε ακούσει να γίνεται λόγος για τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, αν δεν είχαμε μελετήσει τη χάρη του Ερμή και της Αφροδίτης, την χαμογελαστή γαλήνη στις κόρες, την λαμπερή, επιβλητική, αλλά όχι αλαζονική ωραιότητα του Παρθενώνα, για να μην αναφερθώ σε λίγα μόνο από τα πιο διάσημα σχετικά παραδείγματα, αν όλοι οι ιατροί θυμούνταν τον Ιπποκράτη κι όλοι οι δημοκράτες την Αθήνα, το λίκνο της δημοκρατίας, αν όλοι κάναμε σωστά τους λογαριασμούς μας, ίσως θα αναγνωρίζαμε το γεγονός πως εμείς χρωστάμε στην Ελλάδα και πως τα δισεκατομμύρια ευρώ του ελληνικού χρέους δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με το δικό μας χρέος, που κανείς δε μας ζητά ποτέ να αποπληρώσουμε. Κι ας μην αναφερθούμε σε όλους τους θησαυρούς για τους οποίους καυχώνται τα μουσεία μας, προϊόντα λεηλασίας της ελληνικής γης.
* Η Catherine Martin είναι Ρωμαιοκαθολική μοναχή. Το άρθρο της δημοσιεύθηκε στη γαλλική εφημερίδα La Croix και αναδημοσιεύθηκε από το site "Προοδευτική Πολιτική"